- τριθεϊσμός
- ο, Νεκκλ. εσφαλμένη θεολογική αντίληψη, η οποία, στην ερμηνεία τού μυστηρίου τής Αγίας Τριάδας, δέχεται ότι οι τρεις υποστάσεις τού Θεού, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, αποτελούν τρεις χωριστούς θεούς με διακεκριμένα πρόσωπα και διαφορετικές φύσεις.[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. αγγλ. tritheism < tri- (< λατ. tres, tria, πρβλ. και τρεις) + -theism (< θεός + κατάλ. -ισμός*). Η λ. μαρτυρείται από το 1872 στον Αν. Διομ. Κυριάκο].
Dictionary of Greek. 2013.